Σε αυτό το άρθρο περιγράφεται η Τεχνική της Μετάφρασης Μηνυμάτων (ΤΕ.ΜΕ.Μ), που ανέπτυξα στα πλαίσια μιας συστημικής προσέγγισης θεραπείας. Η τεχνική αυτή αποτελεί ένα συγκεκριμένο είδος αλληλεπιδραστικής παρέμβασης, που στοχεύει στην διαχείριση επικοινωνιακών αδιεξόδων. Σύμφωνα με αυτό τον στόχο, ο ρόλος του ειδικού είναι να λειτουργήσει ως ένα είδος «μεταφραστή» που επιχειρεί να βοηθήσει τον θεραπευόμενο να κατανοήσει τόσο τον εαυτό του όσο και τις σχέσεις του με τους σημαντικούς άλλους.
Ως επαγγελματίες ψυχικής υγείας ακούμε καθημερινά ανθρώπους να μας μιλούν για την δυσκολία τους να συνεννοηθούν με τους σημαντικούς ανθρώπους της ζωής τους. Μάλιστα, όσο πιο στενοί οι συναισθηματικοί δεσμοί μεταξύ δύο ανθρώπων, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η συνεννόηση.
Η ασυνεννοησία είναι ένα ζήτημα καίριο, βαθύ και διαχρονικό. Ο αρχέγονος μύθος του πύργου της Βαβέλ συμβολίζει την σύγχυση στη επικοινωνία και τις τραγικές επιπτώσεις που έχει αυτή σε όλα τα επίπεδα. Σύμφωνα με τον μύθο, η δυσκολία των ανθρώπων να συνεννοηθούν, να μεταφράσουν δηλαδή ο ένας την γλώσσα του άλλου, οδήγησε σε κατάρρευση του συστήματος και τελικά σε ολική καταστροφή και σε αφανισμό.
Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι τα περισσότερα προβλήματα για τα οποία απευθύνονται σε μας άτομα, ζευγάρια και οικογένειες είναι επικοινωνιακές παρεξηγήσεις. Στα ατελείωτα σενάρια που παρακολουθούμε και στα οποία συμμετέχουμε, στο επίκεντρο της δυσκολίας βρίσκεται σχεδόν πάντα ο διάλογος. Άλλωστε, οι εμπλοκές, τα αδιέξοδα, οι τραυματισμοί της ψυχής και τα δράματα, δημιουργούνται κυρίως μέσα στην λεκτική επικοινωνία.
Αν ο μύθος της Βαβέλ εξέφρασε το ζημιογόνο φράγμα που συνιστά η άγνοια μιας άλλης γλώσσας, η σύλληψη της μεταφραστικής διαδικασίας που πρωτοεμφανίζεται ήδη από την αρχαιότητα, αποτελεί μια προσπάθεια γεφύρωσης του χάσματος της επικοινωνίας.
Σύμφωνα µε το Λεξικό της Νέας Ελληνικής του Μπαµπινιώτη (1988), μετάφραση είναι: η διαδικασία της μεταφοράς και απόδοσης ενός κειμένου (προφορικού ή γραπτού) σε γλώσσα ή μορφή γλώσσας διαφορετική από αυτήν της παραγωγής του. Τελικά, σκοπός της μετάφρασης είναι άνθρωποι που μιλούν διαφορετική γλώσσα και χρησιμοποιούν διαφορετικούς κώδικες επικοινωνίας, να καταφέρουν να συνεννοηθούν. (Γραμμενίδης, και συν., 2015)
Σε όλες τις προσεγγίσεις και σχολές της ψυχοθεραπείας έχουν αναπτυχθεί μέθοδοι και τεχνικές οι οποίες αποσκοπούν στην επίτευξη της λειτουργικής επικοινωνίας ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας ή και άλλων κοινωνικών ομάδων.
Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε για το πως αξιοποιούμε την μετάφραση στα πλαίσια μιας συστημικής προσέγγισης θεραπείας. Μέσα δηλαδή σε μια διαδικασία με σχεσιακό προσανατολισμό, η μετάφραση αποτελεί ένα συγκεκριμένο είδος αλληλεπιδραστικής παρέμβασης, που συμβάλλει και στοχεύει στην διαχείριση επικοινωνιακών αδιεξόδων.
Σύμφωνα με αυτό τον στόχο, ο ρόλος του ειδικού είναι να λειτουργήσει ως ένα είδος «μεταφραστή» που επιχειρεί να βοηθήσει τον θεραπευόμενο να κατανοήσει τόσο τον εαυτό του όσο και τις σχέσεις του με τους σημαντικούς άλλους.
Η τεχνική αυτή βασίζεται στην παραδοχή ότι η επικοινωνία διεξάγεται σε δύο επίπεδα: το πρώτο επίπεδο είναι αυτό του περιεχομένου (τι λέω) και το δεύτερο επίπεδο αφορά την σχέση (πως βιώνω την σχέση μου με τον συνομιλητή).
Σύμφωνα με αυτή την θεώρηση, η ασυνεννοησία που εκφράζεται σε επίπεδο περιεχομένου, πολλές φορές πηγάζει από εμπλοκές στην σχέση των δύο συνομιλητών (Watzlawick, et al., 1967). Με άλλα λόγια, όταν η σχέση είναι δυσλειτουργική οι συνομιλητές συχνά συμφωνούν εν τη διαφωνία τους ή διαφωνούν εν τη συμφωνία τους και φυσικά οι άκαρποι μονόλογοι είναι σε ημερήσια διάταξη.
Κεντρικό ρόλο στην εξερεύνηση των μηνυμάτων που αφορούν την σχεσιακή πτυχή της αλληλεπίδρασης έχει η έννοια της αυτοαναφοράς (Κατάκη, 1994). Εφόσον οι ενέργειες μας δεν αποτυπώνουν και δεν αφορούν το αντικειμενικό, το απόλυτο και το σωστό αλλά τις δικές μας κατασκευές, στόχος του θεραπευτή είναι να συνδεθεί με την αυτοαναφορά του θεραπευόμενου, με το πως δηλαδή ο ίδιος αντιλαμβάνεται, βιώνει και ερμηνεύει την πραγματικότητα γύρω του*2.
Μια τέτοια θέση που ρίχνει βάρος στις αυτοαναφορικές εκτιμήσεις αποκτά βαρύνουσα σημασία γιατί η συνειδητοποίηση ότι όσα λέω και όσα κάνω βασίζονται σε δικές μου κατασκευές, παραμερίζει ένα από τα βασικότερα εμπόδια της επικοινωνίας. Ελαττώνει τις αντιπαραθέσεις και τις διαμάχες για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο και έτσι ανοίγει τον δρόμο για σύγκλιση και συναίνεση. Βέβαια, ενώ η συμπεριφορά μας είναι προσπελάσιμη, τον εσωτερικό μας καθρέφτη δεν τον αποκτούμε εύκολα.
Αυτή η αλληλεπιδραστική τεχνική που παρουσιάζουμε δεν είναι μια παρέμβαση που ολοκληρώνεται άμεσα αλλά πρόκειται για μια σύνθετη και περίπλοκη διαδικασία, ένα προϊόν συνεργασίας μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου, που περνάει μέσα από διαδοχικές φάσεις.
- Αρχικά, ο θεραπευτής έχοντας συγκεντρώσει πληροφορίες τις οποίες επεξεργάζεται και συνθέτει, προσπαθεί να ακούσει τι συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια των λεγόμενων του θεραπευόμενου. Εστιάζοντας στην αόρατη πλευρά του εαυτού, στα ασυνείδητα και άρρητα στοιχεία που αφορούν την σχέση του θεραπευόμενου με τον σημαντικό άλλο, οδηγείται σε μια υπόθεση εργασίας.
- Στην συνέχεια, ο θεραπευτής επικοινωνεί στον θεραπευόμενο την μετάφραση που προέκυψε από την δική του υπόθεση εργασίας. Η μετάφραση των αμφίδρομων μηνυμάτων μέσα από την λογική της κυκλικής αιτιότητας, βοηθάει τον θεραπευόμενο να αμφισβητήσει τις βεβαιότητες του, προσωπικές και σχεσιακές με στόχο να συμβάλλει στην διαδικασία διαχείρισης επικοινωνιακών αδιεξόδων.
- Όταν και αν, ο θεραπευτής κρίνει ότι είναι σκόπιμο, δίνει οδηγία στον θεραπευόμενο να μεταφέρει το μεταφρασμένο μήνυμα στον σημαντικό άλλο. Η αξιοποίηση προφορικών μηνυμάτων προς άλλα μέλη του οικογενειακού συστήματος έχουν αποδειχθεί εξαιρετικά χρήσιμα τόσο στην συνειδητοποίηση των μοτίβων συμπεριφοράς και επιλογών του ίδιου του θεραπευόμενου, όσο και στην διαπραγμάτευση για την εξάλειψη δυσλειτουργικών σχέσεων.
Ακολουθούν δύο περιστατικά όπου φαίνεται η χρησιμότητα αυτής της τεχνικής όταν το αίτημα του θεραπευόμενου αφορά ψυχολογικά (π.χ. κατάθλιψη) ή σωματικά συμπτώματα (π.χ. ημικρανίες) από τα οποία επιθυμεί να απαλλαγεί.
Η Μαρία, 32 ετών, δήλωσε στην πρώτη συνεδρία: Έχω κατάθλιψη και για αυτό ζήτησα βοήθεια από έναν ειδικό. Η μετάφραση της κατάθλιψης ως ένα προσωπικό αδιέξοδο ήταν η προσπάθεια του θεραπευτή να αποκτήσει η Μαρία μια νέα οπτική, μέσα από την οποία θα μπορούσε να επεξεργαστεί τους γενικότερους και βαθύτερους λόγους που είχαν οδηγήσει στο σύμπτωμα της κατάθλιψης.
Μια άλλη περίπτωση είναι αυτή του Γιώργου, 46 ετών, που ήρθε με αίτημα έντονες ημικρανίες που τον οδηγούσαν συχνά στα ‘Επείγοντα’. Συγκεντρώνοντας πληροφορίες για την ιστορία του, αποκαλύφθηκε ότι μετά από πολλές σχέσεις στις οποίες δεν δεσμευόταν, πιεζόταν γιατί δεν μπορούσε να αποφασίσει αν με την τωρινή του σχέση θα προχωρούσε στην δημιουργία οικογένειας.
Ο θεραπευτής έχοντας κάνει την υπόθεση ότι ο κώδικάς του συμπτώματος είναι «διχάζομαι ανάμεσα σε δύο επιλογές», μετακίνησε την θεραπευτική διαδικασία από την αντιμετώπιση του συμπτώματος στην αντιμετώπιση βαθύτερων προσωπικών διλημμάτων και αδιεξόδων.
Το παρακάτω περιστατικό αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα που περιλαμβάνει όλες τις διαδοχικές φάσεις διεργασίας αυτής της θεραπευτικής παρέμβασης:
Ένα ζευγάρι ήρθε με αίτημα τις φοβίες της πεντάχρονης κόρης τους, η οποία τους έλεγε συνεχώς ότι ‘κουνιέται το πάτωμα’. Ακολούθησε ο παρακάτω διάλογος:
– Γιατί σας ανησυχεί αυτό; ρώτησα. Αυτό που ακούω είναι ότι η κόρη σας δε σας λέει ότι κάτι δεν πάει καλά με εκείνη αλλά ότι η κατάσταση στην οποία όλοι βρίσκεστε είναι ασταθής.
– Δηλαδή δεν πρέπει να ανησυχούμε; απάντησαν.
– Δεν είπα ότι δεν πρέπει να ανησυχείτε. Το θέμα είναι να ακούσουμε τι είναι αυτό για το οποίο πρέπει να ανησυχούμε. Φαίνεται ότι η κόρη σας, σας στέλνει μια επείγουσα προειδοποίηση για έναν επικείμενο σεισμό.
Συμφωνήσαμε λοιπόν, ότι ο καλύτερος τρόπος για να βοηθήσουν την κόρη τους, είναι να βοηθήσουν τους εαυτούς τους. Έτσι και έκαναν. Μετά από μερικές συνεδρίες ζεύγους, εντάχθηκαν σε χωριστές θεραπευτικές ομάδες. Δεν άκουσα για την κόρη τους από τότε. Είχε προφανώς απενεργοποιήσει το σύστημα συναγερμού.
Η πολυσύνθετη διάσταση της αλληλεπιδραστικής τεχνικής που παρουσιάστηκε, δίνει την δυνατότητα εφαρμογής της τόσο σε διαπροσωπικά όσο και σε ενδοπροσωπικά αδιέξοδα. Το γεγονός ότι είναι άμεση, σύντομη, συγκεκριμένη και βιωματική, βοηθάει στην αφομοίωση της καινούριας οπτικής από τον θεραπευόμενο ενώ καλλιεργεί την ενσυναίσθηση αλλά και το αίσθημα της ελπίδας ότι τα πράγματα αλλάζουν.
Επιπλέον, η τεχνική αυτή πέρα από εργαλείο του θεραπευτή, αποτελεί και μια δεξιότητα την οποία μπορεί να μάθει ο θεραπευόμενος. Να ‘ακούει’, δηλαδή, κάτω από το επιφανειακό επίπεδο των συνδιαλλαγών και να ‘μεταφράζει’ ο ίδιος αυτό που διαμείβεται σε επίπεδο σχέσης.
Η εμπειρία έχει δείξει ότι όταν οι άνθρωποι μπουν σε μια μακροχρόνια θεραπευτική διαδικασία με σχεσιακό προσανατολισμό, συντονίζονται με αυτό που συμβαίνει μέσα τους και γύρω τους, καταλύοντας έτσι τους επικοινωνιακούς γόρδιους δεσμούς που οδηγούν σε συγκρούσεις και αδιέξοδα. Το παρακάτω περιστατικό περιγράφει αυτή την διαδικασία.
Η Μαρία, κατά την διάρκεια μιας βόλτας με τον σύντροφό της, τον Γιώργο, ζητάει να κάνουν μια στάση ώστε εκείνη να κάνει μια βουτιά στην θάλασσα. Ο Γιώργος, λόγω μιας χρόνιας πάθησης που δεν του επιτρέπει να κολυμπήσει, συμφωνεί να την περιμένει στο αυτοκίνητο. Όταν όμως γυρίζουν στο σπίτι, ο Γιώργος γίνεται εριστικός και κάνει καυστικά σχόλια. Η Μαρία, που βρίσκεται χρόνια σε θεραπεία, συνδέει την εριστική συμπεριφορά του Γιώργου με το περιστατικό στο αυτοκίνητο.
Ακούγοντας τι συμβαίνει κάτω από την επιφάνεια, μεταφράζει την συμπεριφορά του Γιώργου ως ένα τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να της πει: ‘Εσύ μπορείς να χαρείς τη θάλασσα και εγώ κάθομαι στο αυτοκίνητο και δεν μπορώ να δροσιστώ’. Έχοντας επικοινωνήσει στον σύντροφο της το νοιάξιμο της, η ατμόσφαιρα αλλάζει και έτσι δημιουργείται ένα θετικό συναισθηματικό κλίμα.
Όταν καταρρεύσουν τα στεγανά, οι διχοτομήσεις και οι αυθαίρετοι κατακερματισμοί, δεν χρειάζεται να μεταφράζονται τα μηνύματα που ανταλλάσσονται εφόσον έχει ανοίξει ο δρόμος για μια πιο ουσιαστική και γόνιμη επικοινωνία. Άλλωστε, ο στόχος της ψυχοθεραπείας δεν είναι να παραμένουμε χαμένοι στην μετάφραση αλλά να μάθουμε να μιλάμε την ίδια γλώσσα.
Βιβλιογραφία
- Γραμμενίδης, Σ., Δημητρούλια, Ξ., Κουρδής, Ε., Λουπάκη, Ε., Φλώρος, Γ. (2015). Διεπιστημονικές προσεγγίσεις της μετάφρασης. [ηλεκτρ. βιβλ.] Αθήνα: Σύνδεσμος Ελληνικών Ακαδημαϊκών Βιβλιοθηκών. Διαθέσιμο στο: http://hdl.handle.net/11419/3901
- Κατάκη, Χ. (1994). Αντιφατικά συστήματα αυτοαναφοράς στην σύγχρονη οικογένεια: Εφαρμογές στην κλινική πράξη. Τετράδια Ψυχιατρικής, 45, 47-65.
- Κatakis, Ch. (1990). The Self Referential Conceptual System: Towards an Operational Definition of Subjectivity. Systems Research, Vol, 7(2), p. 91-102.
- Μπαμπινιώτης, Γ. (1988). Λεξικό της Νέας Ελληνικής. Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας
- Watzlawick, P., Bavelas, J.B. and Jackson, D.D. (1967). Pragmatics of Human Communication, A Study of Interactional Patterns, Pathologies, and Paradoxes. WW Norton & Company, New York.
*1 Το Χαμένοι στη Μετάφραση είναι τίτλος ταινίας του 2003 σε σκηνοθεσία και σενάριο της Sofia Coppola (πρωτότυπος τίτλος: Lost in Translation).
*2 Το Γνωστικό Σύστημα Αυτοαναφοράς (Γ.Σ.Α.) (Κατάκη, 1990), ορίζεται ως το σύνολο των αντιλήψεων και των πεποιθήσεων που έχει ένα άτομο, μια οικογένεια, μια οποιαδήποτε κοινωνική οντότητα για τον εαυτό της, τις σχέσεις με τους άλλους και την ζωή γενικά